Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Το καρναβάλι της αφαιμαξομεταγγίσεως......

Χρονογράφημα από τον Βουνίσιο Ακτιβιστή

Κυριακή της αποκριάς του 2010. Ήταν άλλη μία χιονοστολισμένη ημέρα στην Φλώρινα. Οι λόφοι του Αγίου Παντελεήμονα και του υψώματος 1033 ήταν σκεπασμένοι από τα βαριά γκρίζα σύννεφα τους πάγους και το χιόνι.. Οι μαύρες φιγούρες των γυμνών δένδρων και το λευκό του χιονιού στις πλαγιές συμπλήρωναν το ζωγραφικό πίνακα της φύσης πάνω από την πόλη. Οι νιφάδες του χιονιού προσγειώνονταν βιαστικές στο έδαφος, στις κεραμοσκεπές, στις πλατείες και στους δρόμους. Λιγοστές καμινάδες άφηναν τις γιρλάντες καπνού να κυματίζουν στον μουντό ουρανό Τα ορμητικά ύδατα του Σακολέβα χόρευαν με τις χιονονιφάδες και τους πάγους.. Στον εξώστη ξεπαγιασμένα περιστέρια παρέα με ένα «σμήνος» σπουργιτιών , πεινασμένα σαν ήταν, έτρωγαν με λαιμαργία τα ξεραμένα ψωμάκια που τους είχα αφήσει. Βλέποντας το χειμωνιάτικο τοπίο ,ακούγοντας το παγωμένο θρόϊσμα στο δάσος ,νοστάλγησα τις μοναχικές ορειβατικές πεζοπορίες μου το καλοκαίρι, εκεί ψηλά στην «Τάϊμα», στο 1033 και στον Σταυρό αντίκρυ. Πράγματι όταν χάσουμε κάτι που το είχαμε (δήθεν) δεδομένο μόνο τότε το εκτιμάμε ,όταν το στερηθούμε πραγματικά ,είπα μέσα μου. Ψιλά γράμματα στον άψυχο κόσμο που ζούμε……..
Το μεσημέρι για να «σπάσουμε» την μεσημεριανή μονοτονία μας παρέλασαν στην τηλεόραση απευθείας πολύχρωμες εικόνες από το Καρναβάλι της Πάτρας, της Κοζάνης ή της Θράκης. Κατηφορίζοντας αργότερα στην άδεια πλατεία συνάντησα μοναχικούς διαβάτες να περπατούν βιαστικά στα πέριξ καφενεία για να προφυλαχτούν από το κρύο. Άλλοι προσέτρεχαν στο εφημεριδοπωλείο για να προμηθευτούν την Κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας ή του ένθετου..DVD. Στα παρακείμενα σοκάκια νέκρα, μία σιωπή επικρατούσε. Κάτι ξεχασμένοι τουρίστες στο ποτάμι έψαχναν το Βαρόσι αλλα και το ουζερί του φιλάρα .Οργανοπαίχτες αθίγγανοι από την Βουλγαρία ,με κλαρίνα και βιολιά περιπλανιόνταν βιαστικά από καφετερία σε καφετερία. Πλησίον μου μία παρέα εφήβων συζητούσαν για το ξέφρενο χθεσινοβραδινό γλέντι. Ομιλούσαν μία ακατανόητη γλωσσική διάλεκτο Κάτι μεταξύ κομπιουτεροποιημένων εγγλέζικων και νεοελληνικών του «Μεταξουργείου, του Ψειρή και του Βαρδάρη» «Κούλαρε μάι γκάι.Με τσιτώνεις. Εξίταρα μόλις είδα την εξτρίμ ύπαρξη Ζίπαρα τις μπόμπες και έντερ με βέρντιγκο στο νοσοκομείο…Θα σκάσω μύτη στην μονάδα με το τούρμπο κουπέ και με χάι βερσάτζε λούκ...μάι μπίγκ χόμπι είναι τα κορίτσια .» Αυτά και άλλα πολλά τρυπούσαν τα αυτιά μου διαπιστώνοντας πόσο γλωσσικά καρναβάλια γενίκανε. Το πάλε ποτέ Φλωρινιώτικο , αποκριάτικο, «νυμφοπάζαρο» αντικαταστάθηκε από τις μεταμεσονύχτιες φανταχτερές πασαρέλες σε νυχτερινά πολιτιστικά κέντρα. Νέα «ήθη» η απλά ορατό το αγεφύρωτο χάσμα των γενεών …Ξεχασμένοι ημερολογιακά κόβαν πίττες παραπέρα, παραμονές του καρνάβαλου. Στους δρόμους συνάντησα λίγους μεταμφιεσμένους καρναβαλιστές .Ούτε πιερότους, ούτε κολομπίνες , ούτε κομφετί , ούτε σερπαντίνες.. Πλειοψηφία ήσαν οι γνωστοί «καρναβαλιστές» όλου του έτους. Απλά φέτος «ντύθηκαν υποκριτές εμπρηστές και φαρισαίοι βοσκοί»..Στους ασπρόμαυρους τοίχους το ντεκόρ εναρμονισμένο άριστα με την επικαιρότητα. Δέν υπήρχαν κρεμασμένες αποκριάτικες μάσκες ή σερπαντίνες αλλά σύριγγες χωρίς βελόνες και ορροί με ερυθρό περιεχόμενο ,σαν το αίμα. να κρέμονται επι των κεφαλών των θαμώνων. Δέν είδα πειρατές, σερίφηδες, ξωτικά, νεράιδες ή φαμπίρ μεταμφιεσμένους. Αλλά ξέχασα! Αυτοί έχουν σημαντικότερο έργο να επιτελέσουν .Να σχεδιάσουν πυρετωδώς τις λαϊκές αφαιμαξομεταγγίσεις μέσα απο τα σκοτεινά εργαστήρια τους σε πειραματανθρώπους.. Οι ερωτευμένοι στο βάθος αγκαλιά αλφαδιασμένοι σε έναν αναπαυτικό καναπέ εόρταζαν διπλή γιορτή ..Στο πνεύμα της εποχής (βλ οικονομική κρίση διαρκείας ) κι αυτοί. κάμνανε οικονομία στα εορτινά έξοδα και στα περιττά δώρα. Ένας ντυμένος αστερίξ ,ένας παρδαλό λουλούδι και ένας άλλος κουκουλοφόρος μεταμφιεσμένοι μπήκαν βιαστικά στο θεοσκότεινο μπάρ στοά, γιομάτο καπνίλα, θόρυβο και σκοτεινές αιθέριες λάμψεις «Δώστου οι μπόμπες έπεφταν βροχή στο πάγκο» (όπως λέγαν οι νεαροί νωρίτερα). Νάσου και το παρδαλοστολισμένο σινιάκι με τις . χρωματιστές στρακαστρούκες ψηλά λάμψανε στο βουνό, κοντά στο παρεκκλήσσι της Αγίας Κυριακής . Καθαρά Δευτέρα στα χιονοσκέπαστα βοσκοτόπια του «αεροδρομίου». Οι χαρταετοί δεν πέταξαν ψηλά , υπήρχε χιόνι και πάγος στο έδαφος . Λαγάνες ,φασολάδα και τσίπουρο ήταν το «αντίδωρο» στην ερημιά και στο κρύο. Φέτος αντί για σερπαντίνες ,κομφετί ή χαρταετούς πετάξαμε άφθονες χιονόμπαλες , κάναμε τσουλήθρες, πλάσαμε περίτεχνους χιονάνθρωπους στην αλπική μας Βίγλα. Πισοδερίου.
Έπεσε βαριά το πέπλο της νύχτας με το σινιάκι παρέα στην πόλη .. Ο λόφος του Αγίου Παντελεήμονα χάθηκε μέσα στην σκοτεινιά, στα σύννεφα, στα χιόνια. Τα περιστέρια και τα σπουργίτια σκορπήσανε για να κουρνιάσουν στις φωλιές τους, για να προφυλαχτούν από τον παγετώνα .. Τα θαμπά φώτα της έρημης πλατείας αντικατέστησαν το γουργουρητό και το τιτίβισμα των φτερωτών μου φίλων. Μόνο κάτι ξεχασμένοι ξενύχτηδες ,αργά το μεταμεσονύχτιο, με τα ξεφωνητά στους δρόμους ραγίζουν την σιωπή της παγωμένης νύχτας. Έτσι για άλλη μία χρονιά πέρασαν σαν τις χιονονεφέλες οι ημέρες της αποκριάς στην πόλη Όλοι και πάλι κλειδαμπαρωμένοι στα όστρακα αναμένουμε καρτερικά την Άνοιξη για να ανθίσουν τα άνθη σε κάμπους , να φυλλοβολήσουν τα δένδρα στα βουνά, να καθαρίσει ο ουρανός από τα γκρίζα νέφη , να λιώσουν οι πάγοι και τα χιόνια.. Να αναδυθεί και πάλι στην επιφάνεια της γης η θρυλική Περσεφόνη.