Σάββατο 9 Ιουνίου 2018

Το πρώτο μπάνιο του καλοκαιριού στις Πρέσπες...

Χρονογράφημα Λάζος ο βουνίσιος

Αρχές της δεκαετίας των 80's παρέες με μηχανάκια ανηφορίζαμε στις Πρέσπες για το πρώτο μας καλοκαιρινό μπάνιο.Ένας άλλος προορισμός για μπάνιο ήταν η παλιά πλάζ στον Άγιο _Παντελεήμονα στην λίμνη Βεγορίτιδα όπου πηγαίναμε με
το τραίνο αλλά και με τα μηχανάκια.
Αυτό γινόταν πρίν δώσουμε τις Πανελλήνιες εξετάσεις μας στο Λύκειο η λίγο μετά από αυτές αρχές προς μέσα Ιουνίου όταν ο υδράργυρος μετά πολλούς μήνες ανηφόριζε πάνω από τους 25 βαθμούς Κελσίου στην Φλώρινα.Σε μικρότερη ηλικία καβαλούσαμε τα ποδήλατα και κάμναμε το πρωτο μας μπάνιο στο ποτάμι (γνωστό ως «μάλτσκα» στα εντόπικα) που ευρίσκεται στo αγροτικό χωματόδρομο μεταξύ της εκκλησίας Αγίου Γεωργίου και Μεσονησίου.
 
 Συνήθως δίναμε ραντεβού ( σημείο συνάντησης ή εκκίνησης) στην παλαιά ντισκοτέκ black red -σημερινό καφέ «οδός ονείρων». Η προετοιμασία και ο προγραμματισμός της εκδρομής γινόταν από την προηγούμενη ημέρα. Γεμίζαμε το ρεζερβουάρ βενζίνη, κάμναμε έλεγχο των λαδιών, αέρα στα λάστιχα ,γρασάραμε την αλυσίδα , κάμναμε με λίγα λόγια ένα πρόχειρο τεχνικό έλεγχο στα μηχανάκια .Σε ένα σακίδιο βάζαμε τα άκρως απαραίτητα τρόφιμα, φρούτα, παγούρια με νερά, πετσέτα, μαγιό, κουβέρτα. Την εποχή εκείνη ελάχιστα Λυκειόπαιδα είχαν μάθει να οδηγούν αυτοκίνητο ενώ οι αρκετοί στην παρέα μου γνωρίζαμε να οδηγούμε μοτοποδήλατα η μοτοσυκλέτες .Οι περισσότεροι είχαμε δίχρονα ή τετράχρονα χαμηλού κυβισμού Ιαπωνικά μηχανάκια πενήντα ,εκατό εικοσιπέντε μέχρι διακόσια κυβικά εκατοστά ( Ηonda,Yamaha) , Ιταλικές Vespa και Γερμανικά μοτοποδήλατα ( οι γνωστές Φλωρέτες, Κρέιντλερς, ζούνταπς ) Οι πιο τυχεροί καβαλούσαν καμιά 400άρα -900άρα κυβικά εκατοστα Ηonda και ένας μόνο ,από ότι ενθυμούμαι, οδηγούσε μία θρυλική ( ακόμη και σήμερα ) Suzuki GSX 1100 R.
 
 Οι γονείς από φόβο δεν μας άφηναν να κάνουμε την παράτολμη για την ηληκία εκείνη εκδρομή στις Πρέσπες με τα μηχανάκια μας -Να πάρεις το πρωινό πούλμαν των ΚΤΕΛ , τι «καμώματα» είναι αυτά; Θα «σκοτωθείς , θα τρακάρεις, θα σπάσεις τα μούτρα σου,δεν σε αφήνω», γι αυτό σου «πήραμε» μηχανάκι για να ζούμε όλο με αγωνία» ; Φασαρία , γκρίνια και κακό στο σπίτι. Κατόπιν πολλών παρακαλετών στους γονείς, εμείς οι «μηχανόβιοι» της εποχής εκείνης ( «bikers» το λένε ,στα εγγλέζικα, οι νεαροί σήμερα) , «δεν το βάζαμε κάτω».. -Θα σας αποδείξω ,έλεγα στους γονείς μου, ότι θα πάμε και θα επιστρέψουμε χωρίς να πάθουμε απολύτως τίποτα έχοντας σιγουριά στον εαυτό μου και ξέρω να οδηγάω μηχανάκι!! . Ήταν η εποχή της εφηβίας ...
 
 Η ώρα συνάντησης όλης της μηχανοκίνητης παρέας ήταν Κυριακή γύρω στις 9 το πρωί στην παλιά ντισκοτέκ «black red». Αφού ερχόταν και ο τελευταίος της παρέας αρχίζαμε το ταξίδι κάμνοντας τακτικές στάσεις γιατί τα αερόψυκτα δίχρονα μηχανάκια «κουράζονταν» εύκολα και έπρεπε να .... «κρυώσουν» Διαφορετικά η ζημιά του κινητήρα ηταν σημαντική ( κόλημα μπιέλας ) και πήγαινες κατευθείαν για «ρεκτιφιέ στου Γιανούλη ή στον Σίλα» (ήταν τα μοναδικά συνεργεία μοτοσικλετών στην Φλώρινα τότε ). Η υδρόψυξη σε δίχρονους κινητήρες ήταν άγνωστη τεχνολογία και την διέθεταν μόνο ολοκαίνουργια μοντέλα την εποχή εκείνη. Τέτοια προβλήματα δεν είχα γιατί το πρώτο μου μηχανάκι ήταν ένα τετράχρονο enduro 125κκ και άντεχε «σαν σκυλί» όπου και εάν το πήγαινα..
 
Στάσεις όπως είπα κάμναμε στο έκτο , στο δωδέκατο, μετά το δέκατο/πέντο χιλιόμετρο του δρόμου Φλώρινα προς Βίγλα Πισοδερίου. Ο ανήφορος αυτός μαζί με εκείνον από την διασταύρωση μετά την κοινότητα Κώττα προς το ύψωμα Πρεβάλι δοκίμαζε τις αντοχές του κινητήρα στα μηχανάκια των 50κκ που αγκομαχούσαν να ανέβουν και μάλιστα «δικάβαλα» ( οδηγός και συνεπιβάτης) Αντίστοιχα μόλις φτάναμε στην Βίγλα με το χιονοδρομικό κέντρο σαλέ και στο κιόσκι στο ύψωμα Πρεβάλι, βάζαμε νεκρά στο κιβώτιο ταχυτήτων σβήναμε το κινητήρα και αμολιόμασταν στις κατηφόρες απολαμβάνοντας την διαδρομή μέχρι να σταματήσει το μηχανάκι σε κάποια επόμενη μικρότερη ανηφόρα. Το ίδιο αντιστρόφως κάμναμε και για να «κρυώσει» ο κινητήρας μα κυρίως για εξοικονόμηση βενζίνης η οποία τον καιρό εκείνο κόστιζε 30 δραχμές το λίτρο ( σχεδόν 1 λεπτό του σημερινού ευρώ) και με 100 - 150 δραχμές γέμιζες το ρεζερβουάρ σε ένα 50ράκι η 125 κυβικών εκατοστών μηχανάκι. Πάντα ένας της παρέας είχε μαζί του μία καλή τριχιά για να καθελκύσει κάποιο μηχανάκι που δέν τα κατάφερνε να ανέβει στην ανηφόρα , έσβηνε από κάυσιμα η κάποιο τεχνικό πρόβλημα (συνήθως φούιτ από κάποιο καρφί του δρόμου, στο πισινό η μπροστινό ελαστικό ) .
 
 Στο Πισοδέρι ή στο Ανταρτικό κάμναμε επίσης στάση για ανεφοδιασμό των παγουριών με κρύο νερό από βρύσες που υπάρχουν και σήμερα καθοδόν. Κατά την διαδρομή απολαμβάναμε το αλπικό τοπίο στην Βίγλα Πισοδέρι Ανταρτικό, την δροσιά των δένδρων ,την ομορφιά των αγριολούλουδων, τις μυρωδιές των πεύκων , τις εναλλαγές ορεινών και παραλίμνιων τοπίων .Ακόμα και σήμερα είναι από τις περισσότερο αγαπημένες μου διαδρομές με μοτοσυκλέτα όχι μόνο το καλοκαίρι αλλά και το φθινόπωρο η την άνοιξη.
 
Αν είχαμε σκοπό να διανυχτερεύσουμε στις Πρέσπες , ξεκινούσαμε απογευματάκι γύρω στις 5 η ώρα , κάμναμε στάση για φασολάδα στην Βίγλα Πισοδερίου και μόλις φτάναμε φτιάχναμε ένα κάμπινγκ στην αμμουδιά στην Κούλα Πρεσπών με ένα στρωσίδι μερικές κουβέρτες και ένα σεντόνι καρφωμένο σε δύο πασσάλους σε ρόλο αντίσκηνου .Οπως καταλάβατε ο κατασκηνωτικός εξοπλισμός ήταν άκρως υποτυπώδης . Τότε τα κύματα της μεγάλης Πρέσπας έφταναν στα 100 μέτρα μπροστά στην σημερινή ταβέρνα στην κούλα Πρεσπών. Την νύχτα πρίν κοιμηθούμε ανάβαμε μία μικρή φωτιά από καλαμιές και αγναντεύαμε τα αστέρια , το ασημί φώς του φεγγαριού που έπεφτε στα νερά των λιμνών και λέγαμε διάφορες ιστορίες...
 
Μόλις ξημέρωνε άνοιγα τα μάτια μου και έβλεπα παραδίπλα ερωδιοί, αργυροπελεκάνοι η άλλα μεταναστευτικά πουλιά τριγύριζαν ψάχνοντας με το ράμφος τους τροφή στην άμμο. Η πλάζ γέμιζε λίγες ώρες αργότερα Φλωρινιώτες που κατέφθαναν με το πρωινό πούλμαν των Κτέλ από τις 9 το πρωί μέχρι τις 13.00 περίπου που επέστρεφε για την πόλη. Στις λίμνες αυτές μάθαμε να κολυμπάμε .Το κολύμπι στις λίμνες είναι 10 φορές δυσκολότερο λόγω έλλειψης άνωσης σε σχέση με την θάλασσα όπου σαν πρωτοπήγα κατασκήνωση στην Χαλκιδική με τους προσκόπους μου φάνηκε παιχνιδάκι. Οικογένειες και άτομα κάθε ηλικίας γέμιζαν την πλάζ αλλά και στα 3 ταβερνάκια δεν έβρισκες τραπέζι για να φάς τσιρόνια η γριβάδια αν δεν είχες πάρει τρόφιμα από το σπίτι σου.
 
Το μεσημεράκι οι εναπομείναντες λουόμενοι αραίωναν και μόλις σουρούπωνε , ο ήλιος βυθιζόταν δυτικά στα βουνά , τα νερά ζωγραφίζονταν με εκείνο το πορτοκαλί χρώμα, στις λίμνες επικρατούσε μία γαλήνη, μία απέραντη ησυχία που την διέκοπταν οι «ραψωδιες» βατράχων , οι φωνές των πουλιών μέσα στις καλαμιές αλλα και τα ενοχλητικά κουνούπια. Οι περισσότεροι παθαίναμε όπως ήταν φυσικό ηλιακά εγκαύματα ενώ οι πρώτες βοήθειες στο σπίτι ήταν γιαούρτι στην πλάτη και μουσκεμένες με κρύο νερό πετσέτες. Παράλληλα πηγαίναμε με τα μηχανάκια βόλτες μέχρι την κοινότητα Ψαράδες η στα χωριά των Πρεσπών.
 
 Η επιστροφή στην Φλώρινα γινόταν την Κυριακή απόγευμα στις 16.00 περίπου . Ενθυμούμαι μία φορά μείναμε από βενζίνη στο ισάδι από την Κούλα προς την διασταύρωση Αγίου Γερμανού. Ήμουν μαζί με τον Γιάννη που οδηγούσε μία Γερμανική Φλωρέτα. Λίγα μέτρα μετά κι αυτός «έμεινε από βενζίνη». Παρ' όλα αυτά και το λιοπύρι σπρώχνοντας τα μηχανάκια δεν χάσαμε το θάρρος μας. Στον δρόμο «δεν πέρναγε ψυχή» μέχρι που ακούστηκε ανάμεσα από τις καλαμιές το βουητό ενός αγροτικού οχήματος. Αξέχαστη εμπειρία . Ήταν ένας Φλωρινιώτης υδραυλικός , ο Μήτσος που ψάρευε παραπέρα , ο οποίος μόλις μας είδε μας φώναξε «Σάλτα τα μηχανάκια στην καρότσα και μπεστε μέσα». Δεν καταλάβαμε από τα καλαμπούρια και την κουβέντα πότε φτάσαμε στην Φλώρινα. Μας «ξεφόρτωσε» στο ίδιο σημείο στην παλιά ντισκοτέκ ( σημερινό καφέ οδός ονείρων) όπου το πρωινό είχαμε ανηφορίσει για το πρώτο καλοκαιρινό μπάνιο μας στις Πρέσπες. 
 
Στο Γυμνάσιο το πρώτο καλοκαιρινό μπάνιο ήταν σε ποτάμι η στην πισίνα της άνω μπουάτ  .Στο Λύκειο κολυμπούσαμε στις 6 λίμνες του νομού μας. Μετά αν και βουνίσιοι σαν είμεθα .... το μπάνιο στις θάλασσες ήταν ένα παιχνιδάκι
Αξέχαστα ήταν τα χρόνια εκείνα, όμορφες στιγμές ζήσαμε αλλά και ζούμε κάθε φορά που ανηφορίζουμε στις λίμνες με την μεγάλη ιστορία, τους θρύλους, την σπάνια φυσική ομορφιά , τις χιλιάδες αναμνήσεις όπου κάθε φορά μνήμες σιωπηλές και όμορφες αναδύονται σαν τις τις γοργόνες στην μνήμη του καθένα , εκεί ψηλά στα νερα των βουνίσιων λιμνών μας που λέγονται Πρέσπες ...