Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Το φθινόπωρο στα βουνά μου

Το φθινόπωρο στα βουνά μου έχει πάντα μία ξεχωριστή ομορφιά σαν τα περιδιαβαίνεις.
Κάθε εποχή έχει την δική της χάρη, ομορφιά, σημασία ή αξία στο κύκλο της ζωής. Αναγέννηση , ανθοφορία, ακμή, φθίνουσα παρακμή –φθινόπωρο- λήθαργος ανάπαυση της φύσης –χειμώνας.Ένας ασταμάτητος κύκλος ζωής που είναι ρυθμισμένος με αριστουργηματικό τρόπο ώστε η μία εποχή να διαδέχεται την άλλη,η μία γενεά την άλλη και την επόμενη που θα έρθει. Ρυθμιστικό ¨σημάδι¨, κάτι σαν ένα ρολόγι, έχω την προσεχτική παρατήρηση των δένδρων στο βουνό ειδικά των φυλλοβόλων και όχι  τα αειθαλή πεύκα, έλατα ή κυπαρίσσια που η φυλλωσιά τους ανανεώνεται με ποιο αργούς ρυθμούς.
Φθινόπωρο μία νοσταλγική ομορφιά συντροφεύει τις περιπλανήσεις μου μέσα στα δάση των βουνών μου. Τα χρώματα, οι βαθμιαίες αποχρώσεις της φυλλωσιάς καρποί του θέρους που συρρικνώνονται , η ζωηράδα των πορτοκαλοκαφέ ή ερυθροκίτρινων αποχρώσεων διεγείρουν άλλα συναισθήματα και σκέψεις σαν αντικρίζεις αυτό το υπέροχο φθινοπωρινό τοπίο .
Το θρόϊσμα των δένδρων αλλάζει μιλιά, γίνεται πιο στεγνό –ξερό , ο ήχος των βελανιδιών αλλάζει Σαν φθινοπωρινή βροχή ο άνεμος αναγκάζει τα ξερά φύλλα να αποχωριστούν τα κλαδιά των δένδρων, να αιωρούνται στο κενό μέχρι να καταλήξουν στο έδαφος , να αγγίξουν τις ρίζες .Ένα κιτρινοκαφέ χαλί στρώνεται στο μουσκεμένο , λασπώδες έδαφος μέχρι να το καλύψουν τα χιόνια , να μετατραπεί σε φυλλόχωμα και να αφομοιωθεί με την γή που βαδίζω. Ο ξερός ήχος των πεσμένων φύλλων ένας ήχος που με ταξιδεύει κάτω από τις λέυκες των πολύ παιδικών μου χρόνων σαν παίζαμε ανέμελα στην αυλή του πρώτου σχολείου σε κάποιο χωριό του κάμπου.
Τα κυκλάμινα καθώς και άλλα άνθη του φθινοπώρου με τα έντονα ζωηρά λιλά ή μώβ χρώματα , πένθιμες πινελιές μα όμορφες σπάνε την χρωματική μονοτονία στο μονοπάτι. Στολίζουν σαν μικρά κοσμήματα το έδαφος κάτω από τα πανύψηλα δένδρα. Μέχρι τα τελευταία άνθη του φθινοπώρου κάτι κιτρινωπά ή μώβ αγριολούλουδα στο βουνό να με αποχαιρετίσουν πρίν τα σκεπάσει το χιονοσένδονο του ψυχρού χειμώνα.
Στο ουρανό ψηλά φτερουγίζουν οι τελευταίοι αετοί πρίν κουρνιάσουν στις απόκρημνες σχισμές των βράχων. Τα αποδημητικά πουλιά με τις πρώτες ψιχάλες του φθινοπώρου έφυγαν με άψογους γεωμετρικούς σχηματισμούς από τα θερινά καταφύγια τους για να κατηφορίσουν στον νότο για να επιστρέψουν στις ζεστές τροπικές φωλιές τους. Ίχνη στο μουσκεμένο έδαφος προδίδουν την βιασύνη τους προκειμένου να βρούν τροφή και να αποθηκέυσουν για τον ψυχρό χειμώνα που έρχεται.
 Πολλά μικρότερα πουλάκια κρύφθηκαν στις σχισμένες των βράχων ή μέσα στο αποσυνθεμένο κορμό γέρικων δένδρων. Το γλυκό κελάιδισμα των καρδερίνων ή αηδονιών σταμάτησε να ακούγεται στο δάσος Σταδιακά μετατρέπεται σε ένα κοφτό τιτίβισμα σαν ψίθυρος κοντά σε πηγές του βουνού όπου φωλιάζουν για να ξεχειμωνιάσουν. Είχαν προνοήσει σαν εκείνα  τα μικροσκοπικά μυρμήγκια που κόπιαζαν όλο το θέρος για να αποθηκεύσουν τροφή , να φτιάξουν την χειμερινή φωλιά να μεγαλώσουν τα μικρά τους . Τα έντομα , οι τζίτζικες χάνουν την φωνή και το τραγούδι τους αφήνοντας μαζί με άλλα αδύναμα έντομα το σώμα τους νεκρό άψυχο ανάμεσα στα  ξεραμένα φύλλα και χόρτα του εδάφους
Στις άνυδρες όλο το θέρος πηγές του βουνού αρχίζει δειλά δειλά να αναβλύζει παγωμένο νερό ,έπαψε να είναι δροσερό για τους διαβάτες. Σιγά σιγά σχηματίζονται αυλάκια, ρυάκια , απότομοι και βίαιοι χείμαρροι για να καταλήξουν μέσα από τις ρεματιές ή τις χαράδρες στο ποταμό κι από εκεί να ταξιδέψουν στην μακρινή . για τα νεφελοσκεπή όρη μου στην πολύ μακρινή αθέατη θάλασσα .Είναι έτοιμα να μεταφέρουν ζωή από τις κορυφές των βουνών μου στα ορεινά λιβάδια , στα οροπέδια, στους μακρινούς του κάμπους και έφορες πεδιάδες.
Στην βάση των βελανιδιών , εκεί που σμίγουν με την γή, σαν ένας προστατευτικός χιτώνας τα βρύα καθώς και παχιά στρώματα ξεραμένων φύλλων ή χόρτων αγγαλιάζουν τους κορμούς .Έτσι η φύση προνόησε σοφά προκειμένου η υγρασία, ο βροχές , οι πάγοι  και τα χιόνια να μην προκάνουν να σαπίσουν το εσωτερικό του κορμού των υψιτενών ή χαμηλότερων δένδρων.
 
Οι τελευταίοι υλοτόμοι  κατηφορίζουν με μουλάρια φορτωμένα ξυλεία προς τα χωριουδάκια και τις πόλεις για να ζεστάνουν τους ανθρώπους τον χειμώνα που έρχεται. Τα τελευταία φορτηγά γεμάτα ξυλεία κατηφορίζουν κι αυτά τους δασικούς δρόμους γεμάτα ξυλεία .Κατηφορίζουν από ξεχασμένους χωματόδρομους απογυμνωμένων από δένδρα νεκρών ορεινών τοπίων.
Ο ουρανός χάνει το κρυστάλλινο χρώμα του καθώς ο ήλιος κουρασμένος γέρνει πίσω από τις γρανιτένιες κορμοστασιές των βουνοκορφών .Οι ακτίνες του λιγοστές μια και οι ώρες της ημέρας δεν προλαβαίνουν να ζεστάνουν να δώσουν ζωή και φώς στο βουνό. Τα γκρίζα σύννεφα σκεπάζουν σαν απέραντο μελαγχολικό επιστέγασμα τις τελευταίες πρασινοκαφετιές ή ερυθροκίτρινες πινελιές του φθινοπωρινού τοπίου στο δάσος.
Ένα παγωμένο άερι από τον βοριά παρέα με μουντά σύννεφα σκεπάζουν τις κορυθαίολες βουνοκορφές . Οι κορυφές συχνά χάνονται στον γκρίζο ουρανό , είναι πλέον δυσδιάκριτες χάνοντε μέσα στα σύννεφα .Είναι οι πρώτες που σκεπάζονται από τα χιόνια του γέρου χειμώνα πρίν αυτά κατηφορίσουν χαμηλότερα στα χαμηλά υψώματα, στις ρεματιές, στις χαράδρες, στους κάμπους των χωριών και των πόλεων. Τις παρατηρώ στα φθινοπωρινά δειληνά και δεν είναι λίγες οι φορές που μου προοιωνίζουν κακοκαιρίες της επομένης ημέρας η των επερχόμενων του φθινοπώρου.
Πόσο τυφλοί , πόσο κουφοί , πόσο άτυχοι είναι εκείνοι που δεν μπορούν ακούσουν τα βουνά, τα δένδρα, τον αέρα, το νερό ,  την φύση στο δάσος; Πόσο τυχεροί νιώθουμε όλοι εμείς όσοι ακούμε ,βλέπουμε  …. σιγανομουρμούριζα στην άκρη ενός βράχου απομεσήμερο του φθινοπώρου
Πλάι κελάρυζε μετά πολύ καιρό το νερό απ την βρύση την βουνίσια με το ερημοκκλήσι όπου συχνά πάω και ανάβω το καντηλάκι , συνομιλώ με Εκείνον αλλά και με το αριστούργημα αυτό που με αγκαλιάζει , συνομιλώ μαζί του κάθε φορά που περπατώ στα βουνίσια μονοπάτια μου . Το αριστούργημα της φύσης πάντα  έχει αξία όταν γεννιέται την άνοιξη ή όταν χάνεται  το φθινόπωρο.
Σκεπασμένο ένα παγκάκι από ξερά φύλλα του φλαμουριάς με περίμενε να ξαποστάσω από τις βουνίσιες περιπλανήσεις μου .Κι αυτό με τα γέρικα καδρόνια του μελαγχολικό έστεκε στο φθινοπωρινό τοπίο. Οι εποχές αλλάζουν απότομα εδώ στα ψηλά βουνά όπως χαρακτηριστικά το λέμε «από καλοκαίρι χειμώνας και από χειμώνας καλοκαίρι». Βιαζόμουν έπρεπε να πάρω το  μονοπάτι  της επιστροφής …
Το φθινόπωρο στα βουνά μου διαρκεί σιμά στον έναν μήνα. Είναι μία μεταβατική περίοδος μικρής διάρκειας όπου τα πάντα στην φύση αλλάζουν μορφή , χρώμα, σχήμα, συρρικνώνονται μέχρι να χαθούν κάτω από φυλλόχωμα κάτω από λευκό πέπλο του χειμώνα. Κατηφορίζοντας στην χαραδρορεματιά σε ένα ξέφωτο αντικρίζω τα πρώτα σπίτια, τις πρώτες κεραμοσκεπές  των χωριών και των πόλεων. Κάπου εκεί θυμήθηκα τον ¨Ομηρο καθώς αντίκριζε καπνό από την πατρική του εστία , τότε που συνάντησε τον Τηλέμαχο και τον πιστό του σκύλο… Τότε σαν εκπληρώθηκε η ευχή που έκαμνε στις μανιασμένες θάλασσες προς  τους αρχαίους θεούς ..να αντικρύσει έστω και για τελευταία φορά καπνό από την εστία του πατρικού σπιτιού του… Όσοι έχουμε διανύσει αυτή την διαδρομή, αυτό το βουνίσιο μονοπάτι, καταλαβαίνουν –βιώνουμε εκείνες τις ραψωδίες και  στίχους του Ομήρου.
Μία νοσταλγία , μία μελαγχολία αλλά και μία πινελιά ευχαρίστησης ήταν ζωγραφισμένη στο φθινοπωρινό τοπίο. Στο βράχο του έρωτα κάτω από το παλαιό Ξενία της πόλης κοντοστάθηκα . Αγνάντευα από ψηλά (πάντα το έλεγα για τελευταία φορά) την πόλη , την ζωή ,το σπίτι,  τους δικούς  μου, τους φίλους μου αλλά και όσους χάθηκαν σε κείνο το βουνίσιο μονοπάτι μου. Ένα μπουκέτο μώβ κυκλάμινα τα άνθη των οποίων ήταν σκυθρωπά. Κοιτούσαν λυπημένα χαμηλά στο έδαφος , τα μουσκεμένα βράχια που αντιστέκονταν στην διάβρωση του χρόνου και του ανέμου .Στέκονταν  σαν την Δήμητρα που ήταν λυπημένη για την αρπαγή της κόρης της  Περσεφόνη ένα φθινόπωρο  καθώς χάνονταν  στα δώματα του Αδη.
Το εσπερινό χτύπημα καμπάνας της μητρόπολης μου υπενθύμισε ότι η ώρα , η ημέρα εκείνο το φθινοπωρινό σούρουπο τελείωνε και έδινε την σκυτάλη στην νύχτα που όλο μεγάλωναν οι ώρες της. ¨Όλα σιγά-σιγά σκοτείνιαζαν στο μονοπάτι της επιστροφής προς την πόλη , το κρύο γινόταν τσουχτερό , οι άκρες των δακτύλων πρώτες δέχονταν τις βολές τους ψύχους . Πίσω άφηνα την πανδαισία των φθινοπωρινών χρωματικών αποχρώσεων καθώς τους ορεινούς όγκους σκέπαζε με το πέπλο της η νύχτα. ¨Ήταν εκείνη η ώρα που η φύση αναπαύονταν κάτω από τα μουσκεμένα από το απόβροχο χώματα των βουνών μου.
Στεφανωμένη ένα φθινόπωρο ήταν η φύση με εκείνα τα χρυσά στέφανα βελανιδιάς όπως ακριβώς είχαν για στέμμα  κάποτε οι αρχαίοι βασιλείς στα υψίκορμα υπερήφανα βουνά μου. Καληνύχτα φύση είπα αποχαιρετώντας όλο αυτό το μεγαλείο που ζωγραφίζει κάθε έτος τέτοια εποχή ο Δημιουργός μας.